Κυριακή 12 Μαρτίου 2017

Ετίναξε την ανθισμένη αμυγδαλιά

(Μια αναφορά στον Γεώργιο Δροσίνη)




Του Πάνου Χατζηγεωργιάδη
Μουσικοσυνθέτης, Λογοτέχνης και Δημοσιογράφος

Πόσο λείπουν απο το τραγικό μας παρόν οι όμορφες εικόνες. Εικόνες
πνευματικής και συναισθηματικής ανατάσεως όπου λειτουργούν ως ένα
αντίδοτο σε οτι συμβαίνει γύρω.




Αυτός είναι εξάλλου και ο σκοπός της εν λόγω στήλης. Μια συνεχής
αναφορά στο παρελθόν και σε προσωπικότητες οι οποίες σημάδεψαν τα
πολιτιστικά και πνευματικά κυρίως πράγματα της Ελλάδας, με σκοπό του
να ημπορεί ο αναγνώστης να συγκρίνει το τότε με το σήμερα. Και όταν
επέρχεται η σύγκρισις διαμέσω της γνώσεως, τότε βελτιώνεται η κρίσις.
Και η κρίσις εντός μας και η εκτός η οποία απορρέει απο την εντός μας
εσωτερική πνευματική ανεπάρκεια και αδυναμία.

Για σήμερα, θα περιπατήσουμε στην αρχαία αενάως ωραία γειτονιά της
Πλάκας, πέριξ των Αθηνών. Μια γειτονιά θετικής ενέργειας και ένας
τόπος σημαντικός όπου είδε πολλά για αιώνες καθώς και παρακολούθησε
την γέννεση του νεοελληνικού κράτους καθώς και την εξέλιξη του ως τα
τώρα κοντά διακόσια χρόνια πίσω. Μία περιοχή η οποία πάντοτε σχεδόν
στο διάβα του χρόνου έσφιζε απο περαστικούς διαβάτες και περιπατητές,
απο κάθε λογής ανθρώπους και απο αναζητητές του αρχαίου μας κάλλους ως
απλούς τουρίστες.

Η σημερινή μου αναφορά έχει να κάνει με έναν ποιητή του παρελθόντος
κόσμου, ενός κόσμου που ενώ φαίνεται πως εχάθη δια παντός, κάποιες
στιγμές έχεις την εντύπωση πως είναι ακόμη εκεί. Ο Γεώργιος Δροσίνης
γεννημένος στην Αθήνα – χωριουδάκι του 19ου αιώνα, είναι είς εκ των
πρωτοπόρων της Α αθηναικής σχολής . Σταδιοδρομεί με εξαιρετικήν
επιτυχία, τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία διαμέσω του είδους
κυρίως της ηθογραφίας.

Όντας γόνος εύπορης οικογένειας των Αθηνών με παράδοση που κρατά απο
την επανάσταση της παλιγγενεσίας, ο Δροσίνης έχει τον τρόπο ώστε να
ασχοληθεί με οτι τον έκανε γνωστό τόσο στους καιρούς του όσο και
σήμερα σε όσους τουλάχιστον ασχολούνται με την πνευματική διαδρομή σε
αυτόν τον τόπο και παρακολουθούν τα πράγματα.

Βλέπει το φώς αυτού του κόσμου σε κάποιο αρχοντικό της Πλάκας και
είναι γιός του Χρήστου Δροσίνη ανώτατου δημοσίου υπαλλήλου και της
Αμαλίας Πετροκόκκινου. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών,
όπου το πρώτο του κτίριο βρίσκονταν στην περιοχή και αργότερα καθ
υπόδειξιν του Νικόλαου Πολίτη πατρός του Φώτου Πολίτη του πρώτου
σκηνοθέτη του Εθνικού μας Θεάτρου, μετεγγράφεται στην φιλοσοφική.
Αργότερα θα ακολουθήσουν σπουδές περί της ιστορίας της τέχνης στο
εξωτερικό.

Ο Δροσίνης, σύγχρονος του Παλαμά ανήκει στην νέα γενιά των ποιητών οι
οποίοι διαπνέονται απο την θύελλα του δημοτικισμού παντού και
προσπαθεί να επιβάλλει την δημοτική ως μέσον εκφραστικόν της
λογοτεχνικής του γενιάς.  Στα 1894, αναλαμμβάνει την διεύθυντη του
περιοδικού “Η ΕΣΤΙΑ” την οποία μετασχηματίζει σε καθημερινή εφημερίδα.
Διετέλεσε επίσης γραμματέας του Συλλόγου προς διάδοσιν ωφέλιμων
βιβλίων, ιδρυτής του Ημερολογίου της μεγάλης Ελλάδος στα 1922 αλλά και
διευθυντής του τμήματος Γραμμάτων και καλών τεχνών του Υπ. Παιδείας.
Γενικώς προσέφερε απο πολλές θέσεις, έργο ουσιαστικό στον πνευματικό
κόσμο της χώρας επί δεκαετίες.

Στα 1918, αγοράζει απο κοινού με τον αδελφό του Διομήδη Δροσίνη, την
βίλλα “Αμαρυλλίς” στην Κηφισιά η οποία έπειτα απο τον Θάνατο του στις
3 Ιανουαρίου του 1951, περιέρχεται στον Δήμο Κηφισιάς και καθίσταται
χώρος πνευματικής οάσεως στεγάζοντας την δημοτική δανειστική
βιβλιοθήκη αλλά και άλλους χώρους εκδηλώσεων πνευματικών γεγονότων.
Προτάθηκε μία φορά για το βραβείο Νομπέλ.

Η ποίηση του υπήρξε ποίηση αισθαντική, στα πλαίσια του ρομαντισμού της
εποχής του σε έμμετρο ύφος με γνωστότερο ίσως δείγμα του διαχρονικόν
την “Ανθισμένη Αμυγδαλιά”, την οποίαν γράφει εμπνεόμενος απο
πραγματικό πρόσωπο, την εξαδέλφη του Δροσίνα Δροσίνη, ενώ το
πεζογραφικό του έργο αναλώνεται σε ηθογραφίες με λαογραφικά στοιχεία.
Ο Δροσίνης πέραν όλων των άλλων υπήρξε και μέλος της λαογραφικής
εταιρίας. Εξέδωσε δεκατέσσερεις ποιητικές συλλογές, απο το 1880,
χρόνιά ορόσημο για την Α αθηναική σχολή, ως το 1947, καθώς και είκοσι
οκτώ άλλα βιβλία, απο μυθιστορήματα και παραμύθια ως και λεξικό περί
της Ελληνικής γλώσσης.

Ο Δροσίνης  αν και πολυγραφότατος, έμελε να μείνει στην αιωνιότητα ως
ο ποιητής της “Ανθισμένης Αμυγδαλιάς”. Όμως το συνολικό του έργο είναι
πολύ σημαντικό και δεν θα πρέπει ουδείς να λησμονεί πως εγράφει σε
μιάν εποχή πρωτοπορείας για τα νεοελληνικά μας γράμματα. Όπως επίσης
δεν θα πρέπει ποτέ να λησμονούμε πως οι τόποι που τον ενέπνευσαν
στέκουν ακόμη εκεί όπως οι αμυγδαλιές που ανθίζουν οτι και να γίνει με
εμάς τους περαστικούς διαβάτες της ζωής...

Μικρή ανθολογία ακολουθεί.



Ἡ μυγδαλιά

Ἐκoύνησε τὴν ἀνθισμένη μυγδαλιὰ
μὲ τὰ χεράκια της
κι ἐγέμισε ἀπὸ ἄνθη ἡ πλάτη, ἡ ἀγκαλιὰ
καὶ τὰ μαλλάκια της.
Ἄχ! χιονισμένη σὰν τὴν εἶδα τὴν τρελλὴ
γλυκὰ τὴ φίλησα,
τῆς τίναξα τὰ ἄνθη ἀπ᾿ τὴν κεφαλὴ
κι ἔτσι τῆς μίλησα:
-Τρελλὴ νὰ φέρεις στὰ μαλλιά σου τὴ χιονιὰ
τὶ τόσο βιάζεσαι;
Μόνη της θὲ νὰ ῾ρθεῖ ἡ βαρυχειμωνιά,
δὲν τὸ στοχάζεσαι;
Τοῦ κάκου τότε θὰ θυμᾶσαι τὰ παλιὰ
τὰ παιχνιδάκια σου,
κοντὴ γριούλα μὲ τὰ κάτασπρα μαλλιὰ
καὶ τὰ γυαλάκια σου.



Τὸ φτάσιμο

Θὰ βραδιάζει ἡ μέρα, ὅταν θὰ φτάνομε
στοῦ χωριοῦ τ᾿ ἀποσκιωμένα ἁλώνια
θὰ φανοῦν λευκὰ τὰ χωριοτόσπιτα
πίσω ἀπὸ τῶν πεύκων τ᾿ ἀκροκλώνια.
Μακριὰ θ᾿ ἀκούονται ἀρνιῶν βελάσματα
βραδινὴ καμπάνα θὰ σημαίνει
στὴ βρυσούλα βόδια θὰ ποτίζονται,
θὰ καπνίζουν φοῦρνοι φλογισμένοι.
Θὰ βαθιανασαίνουμε στὸ διάβα μας
μυρωδιὰ ἀπὸ στάχυα θερισμένα.
Θὰ μᾶς εὐχηθοῦν τὸ «καλῶς ἤρθατε»
χέρια ἀπὸ τὸν κάματο ἀργασμένα.
Ἀπὸ τὸ κατώφλι ἀναμερίζοντας
τοῦ καιροῦ τ᾿ ἀγκάθια καὶ τὰ χόρτα,
τοῦ κλειστοῦ παλιόπυργου θ᾿ ἀνοίξομε
τὴ βαριὰ τὴ σιδερένια πόρτα.


Ἑσπερινός

Στὸ ρημαγμένο παρακκλήσι
τῆς Ἄνοιξης τὸ θεῖο κοντύλι
εἰκόνες ἔχει ζωγραφίσει
μὲ τ᾿ ἀγριολούλουδα τ᾿ Ἀπρίλη.
Ὁ ἥλιος, γέρνοντας στὴ δύση,
μπροστὰ στοῦ ἱεροῦ τὴν πύλη
μπαίνει δειλὰ νὰ προσκυνήσῃ
κι ἀνάφτει ὑπέρλαμπρο καντήλι.
Σκορπάει γλυκειὰ μοσκοβολιὰ
δάφνη στὸν τοῖχο ριζωμένη -
θυμίαμα ποὺ καίει ἡ Πίστις -
καὶ μία χελιδονοφωλιά,
ψηλὰ στὸ νάρθηκα χτισμένη,
ψάλλει τὸ Δόξα ἐν Ὑψίστοις..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου